Δεν αποτέλεσε έκπληξη το γεγονός ότι ο ΓΓ του ΟΗΕ δεν προσκάλεσε τον Ειδικό Απεσταλμένο της ΕΕ για το Κυπριακό, Γιοχάνες Χαν, ο οποίος διορίσθηκε στις 14 Μαΐου, 2025, στη νέα Πενταμερή Διάσκεψη που έλαβεχώρα στις 16-17 Ιουλίου στη Νέα Υόρκη. Υπενθυμίζεται ότι στην Πενταμερή του Μαρτίου αξιωματούχος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είχε μεταβεί στη Γενεύη αλλά δεν προσκλήθηκε ούτε ως παρατηρητής στις συναντήσεις (ούτε και στο δείπνο). Προφανώς δεν είχε συναινέσει η Τουρκία. Ούτε και τώρα η Τουρκία συμφώνησε με μια τέτοια πρόσκληση.
Τα γεγονότα αυτά δεν μπορούν να περάσουν απαρατήρητα. Παρά το γεγονός ότι η ΕΕ δεν είναι μια (ενιαία) πυρηνική δύναμη σε σχέση με τη Ρωσία ακολουθεί μια άκαμπτη στάση και προωθεί μια τεράστια αναβάθμιση του οπλοστασίου της. Παρά ταύτα, στην περίπτωση της Τουρκίας η ΕΕ όχι μόνο δεν προώθησε μια πολιτική κυρώσεων για την κατοχή ευρωπαϊκών εδαφών στην Κύπρο, αλλά ούτε και τόλμησε να απαιτήσει τη συμμετοχή του Ειδικού Απεσταλμένου της στην Πενταμερή Διάσκεψη. Δεν είναι υπερβολή να λεχθεί ότι η Τουρκία βρίσκεται στο απυρόβλητο.
Για τον Πρόεδρο Χριστοδουλίδη η εμπλοκή της ΕΕ στο Κυπριακό ήταν/είναι καθοριστικής σημασίας. Ενώ η θέση αυτή είναι ορθή μια τέτοια εμπλοκή θα πρέπει να ξεπερνά τα όρια των εντυπώσεων. Η Κύπρος νομιμοποιείται να απαιτήσει από την ΕΕ να διασυνδέσει ουσιαστικά το Κυπριακό με τα ευρωτουρκικά ζητήματα καθώς και με τη στάση του κατοχικού καθεστώτος. Για παράδειγμα, δεν είναι δυνατό οι Τουρκοκύπριοι να έχουν τα διαβατήρια της Κυπριακής Δημοκρατίας, να επωφελούνται από πολλά ευρωπαϊκά προγράμματα αλλά να μην θέλουν την εμπλοκή της ΕΕ στη διαδικασία επίλυσης του Κυπριακού. Και για την Τουρκία είναι σημαντικό να διασυνδεθεί η συμμετοχή της σε σημαντικά ευρωπαϊκά προγράμματα με τη στάση της στο Κυπριακό. Γίνεται τώρα λόγος για τη συμμετοχή της Τουρκίας στη νέα αρχιτεκτονική ασφάλειας της ΕΕ καθώς και στα συναφή προγράμματα. Θεωρώ ότι τόσο η Λευκωσία όσο και η Αθήνα έπρεπε να θέσουν επιτακτικά το θέμα της κατοχής της Κύπρου. Εν ολίγοις, εφ΄ όσον η Άγκυρα επιθυμεί να είναι στρατηγικός εταίρος της ΕΕ οφείλει ταυτόχρονα να αντιληφθεί ότι υπάρχουν και υποχρεώσεις.
Συγκεκριμένα και μεταξύ άλλων η Άγκυρα θα πρέπει να σεβαστεί την ανεξαρτησία καθώς και την εδαφική ακεραιότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας και να συμβάλει σε μια λειτουργική λύση του Κυπριακού. Θα πρέπει επίσης να συνεργασθεί με την Αθήνα για την ειρηνική διευθέτηση όλων των (υπόλοιπων) ελληνοτουρκικών ζητημάτων.
Πάνω απ’ όλα όμως είναι σημαντικό να ξέρουμε τι ζητούμε εμείς για το Κυπριακό. Τυχόν υλοποίηση της υφιστάμενης πολιτικής θα οδηγήσει σε σαφή επιδείνωση των δεδομένων για την ελληνοκυπριακή πλευρά. Η Κύπρος καλείται να αναδείξει τις κατευθυντήριες γραμμές ενός έντιμου συμβιβασμού στα πλαίσια ενός κανονικού ομοσπονδιακού κράτους. Η κατάληξη αυτή είναι δυνατόν να προκύψειστο τέλος μιας εξελικτικής πορείας και διαδικασίας.
Τα θέματα αυτά πρέπει να αναδειχθούν όχι μόνο σε πανευρωπαϊκό αλλά και σε διεθνές επίπεδο. Προς αυτή την κατεύθυνση η επιστράτευση της εξιδεικευμένης γνώσης καθώς και η συμμετοχή της Κύπρου στη διεθνή αγορά προβολής και ανταλλαγής ιδεών είναι επιβεβλημένη. Δεν υπάρχει καμιά δικαιολογία για οποιαδήποτε άλλη καθυστέρηση.